Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010
Το μαγικό χέρι, IV
Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010
Το μαγικό χέρι, IIΙ
Ποιός μίλησε για βροχή; Ποιός τη φοβάται τη βροχή; Δεν ξέρω αν το χεις ακούσει, μα υπάρχουν οι ομπρέλες.
Και ήρθε και του έπιασε το χέρι, τον χάιδεψε στοργικά στο μέτωπο, και άρχισε γλυκά να τον νανουρίζει λεγοντάς του πως τώρα πια δε θα ναι μονος ξανά, και οτι θα ειναι για πάντα δίπλα του. Πως τώρα δε χρειάζεται να φοβάται τίποτα. Ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο προσωπό του, και σιγά σιγά αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του. Και αυτή η εικόνα θα πάγωνε για να γινει η μεγαλύτερη φαντασίωσή του.
Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010
Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010
Το μαγικό χέρι, II
Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010
Το μαγικό χέρι
Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010
Η πρώτη οκτώβρη.
Πράγματα σκόρπια, πράγματα δεξιά, πράγματα αριστερά, πράγματα που σκέφτομαι, πράγματα που ήθελα να κάνω. Βιβλία στο κομοδίνο, όπως λέμε ηρεμιστικά, γάλα στο γραφείο όπως λέμε αντικαταθλιπτικά, ποδήλατο κατά της ανασφάλειας, ρούχα άπλυτα που θέλανε πολλά, ένα πιάτο στο νεροχύτη. Αυτό το σπίτι σήμερα έχει συννεφιά και βροχερή ησυχία. Σίγουρα τα πολύ ζυγά δεν κυκλοφορούν την πρώτη του Οκτώβρη και ίσως και τις επόμενες μέρες δηλαδή. Υπάρχουν φορές που γράφω σημειώσεις ατελείωτες, μόνο και μόνο για να βρω μια αφορμή να έχω ένα λεύκωμα, σα μαθητής δημοτικού –κι ας είμαι δάσκαλος, μόνο και μόνο για έχω να γράψω κάπου για πράγματα όμορφα, χωρίς να φοβάμαι ποιος θα με πάρει χαμπάρι.
Κι αυτή εδώ η συσκευή που σ' έχει ερωτευτεί φωτίζεται σιωπηλά με δυο-τρεις προτάσεις, λίγο ξώφαλτσες όμως ταυτόχρονα τόσο, μα τόσο εύστοχες. Λοιπόν δεν έχω ξαναδεί ποτέ μου τόση λιακάδα σε συσκευασία καθημερινότητας. Να ξέρεις, τα νοήματα ζουν στη δική τους τροχιά, πέρα από λέξεις και τυπικότητες. Αίσθηση συνεπούς αντίληψης ή προσωπική προβολή; Δεν ξέρω, κι ίσως δε μάθω άμεσα. Στο κάτω κάτω, δε με νοιάζει, εγώ πιστώνομαι μονάδες χαμόγελου και δανείζομαι λίγο από τη λιακάδα, που τόσο πολύ θέλει για να στεγνώσει αυτό το σπίτι.
Όπως μάθαμε άλλωστε στην πρώτη δημοτικού, που έγραφε ένα παραμύθι: Ύστερα μπήκε ο ήλιος και έδιωξε τη θερμάστρα, κάθησε στις καρέκλες και τις πολυθρόνες και έστρωσε χρυσά χαλάκια στα πατώματα.