Τρίτη 26 Μαΐου 2009

Ὅλα

Λένε πὼς οἱ παλιὲς ἀγάπες πᾶνε στὸν παράδεισο.
Αὐτὸ ποὺ δὲ λένε, εἶναι πὼς ἔστειλαν τὶς καρδιὲς ποὺ τὶς φιλοξένησαν στὴν κόλαση.

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Ἄκουσέ με

Ἄκουσέ με. Εἶναι ἐδῶ ἕνα παιδί,
ποὺ θέλει ἀπόψε λίγο ἀπὸ τὴν προσοχή σου γιατὶ ἔμεινε μόνο του.
Δὲν εἶναι πολὺ καλά, μὰ τρομάζει νὰ ζητήσει τὴ βοήθειά σου.
Δὲ μιλάει, δὲν κινεῖται, δὲ σὲ ἀφήνει νὰ δεῖς τὰ μάτια του.
Μὰ ἐσὺ δὲν τὰ βλέπεις; Καὶ δὲ βλέπεις ποὺ ἔχει ἁπλώσει τὸ χέρι;

Ἄκουσέ με. Πήγαινε ἐκεῖ, καὶ δῶσε του ἕνα χάδι, ἄγγιξέ το τρυφερά
καὶ πρόσεχε μὴν τὸ τρομάξεις. Εἶναι ἐπικύνδυνο νὰ χαθεῖ. Καὶ θά 'ναι κρίμα.
Δεῖξε του ὅτι δὲν εἶναι μόνο του. Πιάσε τὸ χέρι του, καὶ δῶσε ἕνα φιλί.
Εἶναι καλὸ παιδί, ἂν τὸ κάνεις να χαμογελάσει λίγο, θὰ κάνει τὰ πάντα νὰ στὸ ἀνταποδώσει.
Καὶ ἴσως σοῦ χαρίσει καὶ μιὰ θέση στὴν καρδιά του.

Ἄκουσέ με. Νὰ μὴ μάθει ποτὲ ὅτι μίλησες μαζί μου.
Ἐγὼ δὲ μπορῶ πιὰ νὰ τὸ βοηθήσω.
Δὲν ἔχω πλέον δυνάμεις καὶ μᾶλλον εἶναι ἡ ὥρα μου νὰ φεύγω.
Ζητῶ συγνώμη γιὰ αὐτό. Κι ἀπ τοὺς δυό σας.

Τετάρτη 20 Μαΐου 2009

Πορεία

Εἶμαι στὸ μπαλκόνι. Στήν ἄκρη. Κοιτάζω ψηλά. Τὰ ἀστέρια. Ὁ οὐρανὸς ἀπόψε εἶναι καθαρὸς, καὶ ἡ νύχτα ὑπέροχη. Μετὰ κοιτάζω κάτω. Βλέπω τὸν πεζόδρομο, τὸν δρόμο, τὸ παρκάκι, τὰ δὲντρα. Δὲ μοῦ ἀρέσει. Καλύτερα ψηλά. Θέλα νὰ πάω ψηλά. Πρέπει νὰ εἶναι ὅλα τόσο ὄμορφα ἐκεῖ πάνω. Πῶς ὅμως πάει κανεὶς ψηλά; Σκέφτομαι λίγο. Νομίζω ὁ καλύτερος τρόπος γιά νὰ πᾶς ψηλά, εἶναι νὰ πέσεις χάμω. Ξανακοιτάζω κάτω. Πρέπει νὰ εἶναι καμιά δεκαπενταριὰ μέτρα ὕψος. Ἂν πέσω ἀπὸ ἐδὼ σίγουρα θὰ φτάσω πάνω, σκέφτομαι.
Κάνω ἕνα γρήγορο φλὰς-μπακ στὴ ζωή μου. Τὰ παιδικά, τὰ ἐφηβικά χρόνια. Τὰ χρόνια στὸ πανεπιστήμιο. Ὅλα φαίνονταν νά πηγαίνουν τόσο καλά. Κι ὅμως. Ἡ πορεία πρὸς τὴν εὐτυχία, φαίνεται νὰ ἔχει ἀντιστραφεῖ τοὺς τελευταίους μῆνες. Βιώνω καταστάσεις καὶ συναισθήματα τὸσο δυσάρεστα· ὅτι πίστευα ἔχει χαθεῖ. Καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἤθελα κοντά μου, εἶναι ἐπιδεικτικὰ ἀπόντες ἀπὸ τὴ ζωή μου. Τί νὰ φταίει γιὰ αὐτὸ; Τί σημασία ἔχει; Μᾶλλον ἐγὼ θὰ φταίω. Ὅτι κι ἂν ἔχω κάνει, ἔχει ἀποτύχει ἄλλωστε.
Μέρες τώρα τὸ τηλέφωνο δὲν ἔχει χτυπήσει στὸ σπίτι. Ξυπνάω μηχανικά, πάω στὰ μαθήματα μηχανικά, πάω στο γυμναστήριο μηχανικά, ἔχοντας τὴν αἴσθηση ὅτι τό σώμα μου παίζει σὲ μία ταινία, τῆς ὅποίας τὸ σενάριο δὲν ὅρίζω ἐγώ. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, δέν ἐχω ἐνδιαφέρον νὰ ὁρίσω τίποτα. Δὲ μπορῶ νὰ φανταστώ καμμία εἰκόνα τοῦ ἐαυτοῦ μου στὸ μέλλον. Δὲν ἐλπίζω τίποτα. Φοβᾶμαι νὰ ἐλπίσω τὸ ὁτιδήποτε, γιατὶ δὲν χωράω ἄλλες ἀποτυχίες. Ἡ πραγματικότητα εἶναι τόσο ὀδυνηρή. Χωρὶς διέξοδο.
Θὰ ἤθελα μιὰ ἀγκαλιὰ τώρα. Ἕνα γλυκὸ φιλὶ στὸ μέτωπο, κι ἕνα ἀσφαλὲς καταφύγιο. Μὰ τί σκέφτομαι; Δὲν ὑπάρχουν αὐτά. Θὰ μὲ ἀγκαλιάσω ἐγώ. Καὶ θὰ με φιλήσω γλυκὰ στὸ μέτωπο. Καὶ μετά, θὰ μοῦ δὸσω τὸ χέρι. Καί θὰ περάσω τὰ κάγκελα καὶ θὰ βρεθῶ στὴν ἐκτεθειμένη πλευρὰ τοῦ μπαλκονιοῦ μου. Αὐτή, ποὺ ἂν κάνεις ἀκόμα ἕνα βῆμα, θὰ πέσεις καί θα βρεθεῖς ψηλά. Ἐκεῖ ποὺ σκεφτὸμουν πρίν. Στ' ἀστέρια. Καὶ ὅλα θὰ εἶναι ὄμορφα μετά. Καὶ τίποτα δὲ θὰ πονάει. Καὶ τίποτα δὲ θὰ εἶναι ἄσχημο. Καὶ ὅλοι θὰ εἶναι εὐτυχισμένοι. Καὶ τὸ ἀσθενὲς θὰ ἔχει ἐκριζωθεῖ. Καὶ ἡ γαλήνη θὰ κυριαρχεῖ. Ἐκεῖ ὅπου τὸ πρὶν θὰ συναντάει τὸ μετά, στὸ πάντα καὶ τὸ παντοῦ. Δηλαδὴ στὸ πουθενά.
Τὸ χέρι μὲ βοηθάει νὰ κάνω τὸ ἕνα ἀκόμη ἀπαιτούμενο βῆμα. Και βυθίζομαι στὸ κενό.
Ἀνοίγω τὰ μάτια. Εἶναι σκοτὰδι. Εἶμαι σὲ ἕνα μέρος γνώριμο. Τὸ στρῶμα μου. Κοιτάζω γύρω. Τὸ ὑπνοδωμάτιό μου. Ἦταν ἕνα ὄνειρο λοιπὸν. Καὶ ἡ πραγματικότητα μένει τὸ ἴδιο οδυνηρὴ. Δὲ μοῦ ἀρέσει. Προτιμῶ τὸ ὄνειρο. Θὰ τή σκοτώσω.
Βγαίνω στὸ μπαλκόνι. Στὴν ἄκρη.

Δευτέρα 11 Μαΐου 2009

Συμπέρασμα

Μάνο, αγόρι μου..
Χάνουμε.
Πάρτο απόφαση και δόσε ένα τέλος.
Φύγε! Φύγε επιτέλους.
Τα χαμόγελα κοστίζουν ακριβά..

Παρασκευή 8 Μαΐου 2009

Ακόμα κι αν πεις καληνύχτα

http://www.youtube.com/watch?v=ZizP0BOgQnw

Πολύ γλυκά αφιερωμένο..
Ανεβαίνω..
Μαζί σας πάλι σύντομα
Πάω να συναντήσω ότι αγαπάω και με στοιχειώνει
Φιλιά από τη πανέμορφη Θεσσαλονίκη.

Στίχοι: Λευτέρης Πλιάτσικας
Μουσική: Λευτέρης Πλιάτσικας
Πρώτη εκτέλεση: Όναρ

Ακόμα κι αν πεις καληνύχτα
σ' έχω δέσει μ' έναν όρκο γλυκό
στα περίεργα γαλάζια σου ξενύχτια
σ' όποια πεις σ' όποιον πω σ' αγαπώ

Ακόμα κι αν πεις καληνύχτα
και να ζήσω πια μαζί σου δεν μπορώ
στα περίεργα γαλάζια σου ξενύχτια
πάλι θα 'θεις και θα 'ρθω και εγώ

Ακόμα κι αν πεις καληνύχτα
πάλι θα 'ρθεις και θα 'ρθω και εγώ

Πέμπτη 7 Μαΐου 2009

Νόμιζα

Ματάκια μου, μέχρι πρόσφατα νόμιζες πὼς οἱ νεκροὶ κάνουν ὄμορφα φαντάσματα.
Ψυχοῦλα μου, κατάλαβες τελικά, πὼς οἱ ζωντανοί, μποροῦν νὰ κάνουν τὰ φαντάσματα τῶν πεθαμένων νὰ τρέμουν ἀπὸ τὸ φόβο.

Χαράζω

Καὶ εἶναι ἡ ὥρα ποὺ χαράζει, ἡ ὥρα ποὺ τὸ σκοτάδι μπερδεύεται στὸ φῶς, κάπου στὸ μεταίχμιο. Τῆς μέρας, καὶ τὸ δικό σου. Καὶ εἶναι ἡ ὥρα ποὺ θὲς νὰ ἐπικαλεστεῖς τὰ θεῖα. Ὅχι γιατὶ πιστεύεις, ἀλλὰ γιατὶ αὐτὰ πρέπει νὰ σὲ πιστέψουν. Δὲ χωρεῖ σύγκριση στὸ ἀνθρώπινο. Πλέον οὔτε καὶ στὸ θεῖο. Καὶ ὅλα τὰ βλέπεις ἀπὸ ψηλά. Γιατὶ ἔχεις ανέβει χαμηλά. Καὶ κάθε τὶ ἀθάνατο ἤ ἐτοιμοθάνατο σὲ σέβεται, γιαυτὴ τὴ μεγαλοπρεπή σου πτώση· καὶ σὲ λυπᾶται. Ἀφοῦ μετακίνησες πρώτα το βλέμμα, και μετὰ τὸ τοπίο, καὶ ὕστερα τὴ γραμμὴ τοῦ ἀντέχω σου. Γιὰ νὰ ἀντέξεις κι ἄλλο, κι ἀλλο, κι ἄλλο καὶ τελικά εἶναι ἀτελείωτη ἡ ἀντοχή· μὴν ἀξιωθεῖς ποτὲ νὰ τὴ μετρήσεις. Ποτέ. Μ' ἀκοῦς;
Αὐτόματα γραμμένο, τὸ μέσα, βγαίνει παραμέσα ἐλπίζοντας ὅτι ἕνας μεσσίας θὰ τὸ σώσει ἀπὸ τὸν εἀυτό του. Γυρίζοντάς του, πάντα τὴν πλάτη. Μ' ἀκοῦς;

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Από το Α ως το Ω

Πετάς τον καταλύτη για μία άνευ προηγουμένου συγκίνηση, και μετά μας λες καληνύχτα... Μ' αυτά και μ' άλλα· κυρίως άλλα...

Για όσους αγάπησαν... και αγαπούν, και εκθέτουν και στερούν.. και στερούνται. Τί κι αν εκτίθενται...
http://www.youtube.com/watch?v=eTaU7IEGoyI. Για όσα βράδυα ήταν ήσυχα αλλά μας άφησαν για πάντα ανήσυχους.

Όπως ανατέλλει ο ήλιος, στρίψε αριστερά το κεφάλι. Και στείλε εκεί ότι πιο γλυκό έχεις ;-) Το έχω ανάγκη... Γιατί εγώ δε ξέρω αν μπορώ..

Τα πιο γλυκά φιλιά μου.
Και ότι πιο ειλικρινές στάζει από τα μάτια μου..

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

Crème Patisserie

Ὑλικά.

  • 2 καρδιές
  • 5 αἰσθήσεις
  • λίγη ἀπελευθέρωση
  • λίγο liqueur
  • 1 φλυτζάνι ἀνάγκη για παρέα
  • 3 κουταλάκια τοῦ γλυκοῦ ἐλπίδα
  • 3 κουταλάκια τοῦ γλυκοῦ καλὴ διάθεση


Ἐκτέλεση

Ξεκινᾶμε παίρνοντας ἀπαλὰ τὶς δύο καρδιές καὶ τὶς ἀναμειγνύουμε μὲ τὴν ἀνάγκη γιὰ παρέα. Ὅταν ἡ ἀνάγκη ἐνσωματωθεῖ στὶς καρδιὲς – κάτι ποὺ θὰ τὸ καταλάβουμε ὅταν αὐτὴ ἐκφραστεῖ μὲ φυσικὸ τρόπο, πασπαλίζουμε μὲ τὴν καλή διάθεση καὶ ἀμέσως μετὰ μὲ τὴν ἐλπίδα. Πρέπει, τὴν ὥρα ποὺ ρίχνουμε τὰ δύο αὐτὰ ὑλικὰ, νὰ κάνουμε κι ἐμεῖς γλυκὲς σκέψεις καὶ νὰ χαμογελᾶμε, γιατὶ ἡ κρέμα ποὺ ἐτοιμάζουμε, μπορεῖ νὰ μᾶς κρυφοκοιτάζει καὶ νὰ τὴν ἐπηρεάσουμε ἀρνητικά.

Στὴ συνέχεια, ἀδειάζουμε τὶς πέντε αισθήσεις σὲ μία κατσαρόλα μαζί μὲ τὴν ἀπελευθέρωση καὶ τὶς τοποθετοῦμε σὲ χαμηλὴ φωτιά, ανακετεύοντας μέχρι νὰ βράσουν. Προσέχουμε πάλι, νὰ μὴν εἶναι πολὺ δυνατὴ ἡ φωτιά, καὶ νὰ ἀνακατεύουμε συνέχεια, γιατὶ μπορεῖ νὰ κολλήσει στὸν πάτο κάποια ἀπὸ τὶς αἰσθήσεις. Μόλις πάρουν βράση, τὶς ἀφαιροῦμε ἀπὸ τὴ φωτιὰ, καὶ τὶς ρίχνουμε στὶς καρδιὲς ἀνακατεύοντας σιγὰ – σιγὰ· φροντίζουμε ὅμως νὰ μὴ σβολιάσουν, γιατὶ μπορεῖ νὰ καταστρέψουμε τὴ συνταγή. Καὶ οἱ δυὸ καρδιὲς δὲ μᾶς φταῖνε σὲ κάτι.

Τέλος, ξανατοποθετοῦμε τὸ μεῖγμα σὲ χαμηλὴ φωτιὰ γιὰ λὶγο, συνεχίζοντας τὸ ἀνακάτεμμα, μέχρι νὰ γίνει λεῖο καὶ νὰ δέσουν οἱ μέχρι τώρα μοναχικὲς καρδιές. Ἀποσύρουμε καὶ ρίχνουμε ἀμέσως τὸ liqueur γιὰ νὰ ἔχουμε πιὸ εκστατικὸ ἀποτέλεσμα. Σκεπάζουμε μὲ μία πετσέτα καὶ ἀφήνουμε νά κρυώσει.

Ἡ ἐπιτυχία τῆς συνταγῆς εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ θὰ νοιώσουμε πρώτα στὶς καρδιὲς, καὶ μετὰ μέσα μας.

Σάββατο 2 Μαΐου 2009

Λοιπόν;

Ἀπόψε ἀκούω τραγούδια ποὺ ἀφιέρωσα,
ποὺ μοῦ ἀφιέρωσαν,
τραγούδια ποὺ ἤθελα να ἀφιερώσω
μὰ ποτὲ δὲ μοῦ ἀφιέρωσαν...

Ὄνειρο τῆς νύχτας


Βρέχει ἔξω, βρέχει καὶ στὴν ψυχή μου
Μὰ ἐγὼ θυμᾶμαι τοῦ καλοκαιριοῦ τὶς λιακάδες...

Ἂν κλείσω τὰ μάτια μου, τὸ πρῶτο πράγμα ποὺ θυμᾶμαι
εἶναι ἐκεῖνες οἱ βόλτες στὴ λεωφόρο Νίκης,
σχεδὸν λιώνουν τὴ σκέψη, ὅπως τὸ βραστὸ νερὸ τὴ σοκολάτα.
Δὲ μπορῶ νὰ τὸ περιγράψω ἀκριβῶς·
μὰ ἦταν σὰ νὰ λύνεται ἡ ψυχή, σὰν πυροτέχνημα,
σα νὰ ἀπελευθερώνονται παντοῦ, ὅλου τοῦ κόσμου τὰ χρώματα

Ὅμως πονάει ἡ μνήμη τῆς εὐτυχίας
καὶ ἡ ἐλπίδα γιὰ τὸ σπάνιο.
Καὶ εἶναι ἴδια ἡ αἴσθηση,
ὅπως ὅταν γιὰ τοῦ κορμιοῦ τὰ τραύματα
δὲν ξέρεις ποῦ νὰ ἀκουμπήσεις


Θερινὴ εἶναι τούτη ἡ νύχτα τοῦ Ὀκτώβρη
Τί κὶ ἂν ἄλλαξε ἡ ὥρα
Τί κὶ ἂν ἦρθε μπόρα

Ἀπόψε θὰ ἀγαπάω, ὅτι πονάω
καὶ κάθε τὶ ποὺ ἀπέτυχε
καθὼς μοῦ ἔτυχε
σημάδι ἐγὼ θὰ κυνηγάω.

Σὰ βραυευμένη ταινία ποιότητας
τὰ χνάρια τῆς δικῆς μου τῆς ταυτότητας
ἕνα φοίνικα χρυσό θ' ἀποζητήσω
γιατὶ τὶς στάχτες του λέω νὰ σκορπίσω

Παυσίλυπον

Σκοπιὰ κοιτάζω τοῦ χρόνου τὸ ἀπέναντι
καὶ πέρνω ἔναντι
ἂπ' τοῦ ἄγνωστου τοὺς κόπους