Ἄκουσέ με. Εἶναι ἐδῶ ἕνα παιδί,
ποὺ θέλει ἀπόψε λίγο ἀπὸ τὴν προσοχή σου γιατὶ ἔμεινε μόνο του.
Δὲν εἶναι πολὺ καλά, μὰ τρομάζει νὰ ζητήσει τὴ βοήθειά σου.
Δὲ μιλάει, δὲν κινεῖται, δὲ σὲ ἀφήνει νὰ δεῖς τὰ μάτια του.
Μὰ ἐσὺ δὲν τὰ βλέπεις; Καὶ δὲ βλέπεις ποὺ ἔχει ἁπλώσει τὸ χέρι;
Ἄκουσέ με. Πήγαινε ἐκεῖ, καὶ δῶσε του ἕνα χάδι, ἄγγιξέ το τρυφερά
καὶ πρόσεχε μὴν τὸ τρομάξεις. Εἶναι ἐπικύνδυνο νὰ χαθεῖ. Καὶ θά 'ναι κρίμα.
Δεῖξε του ὅτι δὲν εἶναι μόνο του. Πιάσε τὸ χέρι του, καὶ δῶσε ἕνα φιλί.
Εἶναι καλὸ παιδί, ἂν τὸ κάνεις να χαμογελάσει λίγο, θὰ κάνει τὰ πάντα νὰ στὸ ἀνταποδώσει.
Καὶ ἴσως σοῦ χαρίσει καὶ μιὰ θέση στὴν καρδιά του.
Ἄκουσέ με. Νὰ μὴ μάθει ποτὲ ὅτι μίλησες μαζί μου.
Ἐγὼ δὲ μπορῶ πιὰ νὰ τὸ βοηθήσω.
Δὲν ἔχω πλέον δυνάμεις καὶ μᾶλλον εἶναι ἡ ὥρα μου νὰ φεύγω.
Ζητῶ συγνώμη γιὰ αὐτό. Κι ἀπ τοὺς δυό σας.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου